Παρασκευή 28 Ιανουαρίου 2011

Μουσικές καρέκλες




Μόνο με το συναίσθημα, το ένστικτο και την επιθυμία να βρω «κάτι», έτσι θα συνεχίσω. Πάλι, η λογική απλά θα περισσεύει και θα την κόψω για να μην με ενοχλεί στο περπάτημα. Κάτι σαν άγκυρα, την νιώθω. Δεν πάτησα ποτέ μου στο έδαφος. Λίγα εκατοστά πάνω κινούμαι. Όχι γιατί είμαι καλύτερη. Όχι για να βλέπω από ψηλότερα, αλλά γιατί ανάμεσα στα σύννεφα δεν σε βλέπουν όσοι κοιτούν τα πόδια τους. Σε βλέπουν όμως οι αλαφροΐσκιωτοι.

Έτσι, σαν ξωτικό βλέπω να περνάει η ζωή από μέσα μου. Δεν ταιριάζω πουθενά. Με τους ανθρώπους δεν αντέχω. Με κοιτούν λοξά.
Δεν χωράω πουθενά. Πάντα κάποιος κάθεται στην θέση που νομίζω ότι είναι άδεια. Εσχάτως, κι άδεια να είναι απλά με διώχνει σαν να μην υπάρχω εκεί. Σαν να είμαι φάντασμα. Σαν να εξαφανίζομαι στην παρουσία οποιουδήποτε άλλου ανθρώπου. Και ο τρόπος... Τόση ωμότητα.

Μια πόρτα ανοίγει και είναι το δωμάτιο γεμάτο. Αλλά μόνο εγώ δεν χωράω. Δεν θα κάνει ποτέ κανείς χώρο για μένα να μπω. Και που σπρώχνω να χωρέσω... Μάταιο.
Τρύπες...
Το μεγάλο μυστικό.

Και δεν είμαι μυστήρια. Δεν σνομπάρω, δεν αδιαφορώ, δεν απειλώ, δεν διεκδικώ.
Δεν διεκδικώ. Είναι αυτό τρόπος; Είναι λύση; Τι είμαι; Σαρκοβόρο; Τι να διεκδικήσω; Ούτε είχα ποτέ κάτι δικό μου. Δεν ένιωσα με άνθρωπο τέτοια ασφάλεια.
Δίνω, δίνω... Περιμένω... Ζητιανεύω... Με ποδοπατάει όποιος θέλει να περάσει. Δεν αντιστέκομαι. Δεν γρατζουνάω. Τι ζώο είμαι πια; Ακόμη κι οι καμηλοπαρδάλεις κάτι κάνουν όταν τις χτυπούν.

Δικαιολογώ μόνο. Όλοι οι άλλοι καλύτεροι. Όλα τα θέλω των άλλων σημαντικότερα. Και αυτά που θέλω εγώ και δεν γίνονται; Ποιος στεναχωρήθηκε ποτέ γι αυτά; Μια άρνηση για εμένα.
Τα πιο απλά, τα βασικά, αδιανόητες πολυτέλειες. Θα ουρλιάξω. Να ακουστώ έξω. Όχι μόνο μέσα στο κεφάλι μου. «Ο, τι θέλεις θα γίνει», ας το πει κάποιος, δεν θα τον βάλω να μου φέρει χρυσάφι. Δεν θέλω τέτοια βάρη στα πόδια μου.



Μια άδεια θέση για μένα να ξαποστάσω λίγο. Να ξεκουραστώ, πόνεσα παντού. Έχω σιχαθεί. Ανδρες και γυναίκες. Μόνο λίγα ξωτικά έμειναν να με κοιτούν... κι αυτά με φόβο.
Βλέπουν την κατάρα πάνω από το κεφάλι μου. 
Και μένω πάλι άδεια. Όλο και πιο κενή, να ανεβαίνω ψηλότερα στα σύννεφα.  

Κι εκεί που λες «τι το χειρότερο μπορεί να πάθω». Ερχεται ακριβώς αυτό που έχεις στο μυαλό. Την στιγμή που πας να ανασάνεις με ευχαρίστηση, πέφτεις από την καρέκλα.

Μία ακόμη «άλλη» ήταν το τελευταίο που έπρεπε να μου συμβεί.

4 σχόλια:

  1. Σα πνιγμός μου φάνηκε όλο αυτό που διάβασα...και ξαναδιάβασα και ξαναδιάβασα.
    Γιατί;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. όταν χρειάζεσαι περισσότερα απ αυτα που σου δίνονται, πρέπει να μάθεις να τα ζητας...
    υπάρχουν πολλοι τρόποι

    και κάτι ακόμη
    ναι, είναι μοναχικος το δρόμος της αυτοδυναμίας... βλέπεις, στη ζωη μπορει να είσαι ή βράχος, ή θάλασσα...

    ΑπάντησηΔιαγραφή